competition | |
gen. | διαγωνισμός; αγώνας |
comp., MS | ανταγωνισμός |
econ. | διαγωνισμοί; ανταγωνισμός/συναγωνισμός |
environ. | ανταγωνισμός/αγώνας για επιβίωση; αγώνας για επιβίωση |
med. | ανταγωνισμός; συναγωνισμός; ανταγωνισμός αντιγόνων |
AND | |
comp., MS | λογικό ΚΑΙ |
credit control | |
econ. | πιστωτικός έλεγχος |
econ. fin. | έλεγχος πίστεως |
fin. | διαχείριση οφειλών; έλεγχος της πίστης |
| |||
διαγωνισμός m; αγώνας m | |||
ανταγωνισμός m (Businesses that sell similar products or services and compete for the same customer segment) | |||
ανταγωνισμός/συναγωνισμός m | |||
ανταγωνισμός m; συναγωνισμός m; ανταγωνισμός αντιγόνων | |||
| |||
βιολογικός ανταγωνισμός/αγώνας για επιβίωση | |||
| |||
αγώνας για επιβίωση | |||
| |||
διαγωνισμοί m (ΕE) | |||
| |||
διαγωνισμοί m | |||
English thesaurus | |||
| |||
from (AD Alexander Demidov) | |||
| |||
Competition (Racing) | |||
Competition (Racing) |
Competition and : 17 phrases in 8 subjects |
Commerce | 2 |
Finances | 1 |
General | 5 |
International trade | 1 |
Law | 2 |
Marketing | 1 |
Obsolete / dated | 1 |
Politics | 4 |