table | |
mech.eng. | τράπεζα εργασίας; φορείο τεμαχίου; τράπεζα φρεζομηχανής; τράπεζα που φέρει το κατεργαζόμενο κομμάτι |
met. | πλάκα στερέωσης; πλάκα σύσφιγξης |
met. forestr. | τραπέζι |
dé | |
agric. | βάση εκ σκυροδέματος; πάκτωμα τσιμέντου |
construct. | κονίαμα εδράσεως |
earth.sc. | ηλεκτρόδιο σχήματος D |
hobby | ζάρι; κύβος |
industr. construct. met. | κυβικά υαλοθραύσματα |
commande | |
comp., MS | εντολή; παραγγελία |
el. | χειρισμός; έλεγχος; καθοδήγηση; μετάδοση κίνησης |
IT | έλεγχος προγράμματος; έλεγχος ανοικτού βρόγχου |
| |||
τράπεζα εργασίας | |||
| |||
πλάκα στερέωσης | |||
| |||
φορείο τεμαχίου; τράπεζα φρεζομηχανής; τράπεζα που φέρει το κατεργαζόμενο κομμάτι | |||
τραπέζι (tabula) | |||
| |||
πίνακες | |||
| |||
πλάκα σύσφιγξης |
table : 772 phrases in 46 subjects |