interface de programmation | |
IT | διασύνδεση προγραμματισμού εφαρμογών |
D* | |
commun. IT | ειδική ανιχνευτικότητα; D* |
application | |
environ. | επιβολή; εκτέλεση; εφαρμογή; συμμόρφωση |
industr. construct. | διακόσμηση; επικόλληση |
IT | πρόγραμμα εφαρμογής |
law environ. | αvαγκαστική εκτέλεση; επιβολή/ εκτέλεση/συμμόρφωση/εφαρμογή |
| |||
διασύνδεση προγραμματισμού εφαρμογών |
interface de programmation : 4 phrases in 3 subjects |
Communications | 1 |
Information technology | 2 |
Microsoft | 1 |