examen | |
gen. | επιθεώρηση/εξέταση/αυτοψία/έλεγχος/εποπτεία; ανασκόπιση |
econ. | εξετάσεις |
forestr. | επιθεώρηση |
insur. | αναθεώρηση |
code | |
environ. | κώδικας; κωδικός |
IT | σήμανση αντιγράφου; σήμανση; σημάδεμα |
IT dat.proc. | σύνολο κωδικοποιημένων χαρακτήρων |
transp. avia. | κωδικός προσδιορισμού πτήσεως |
work.fl. IT | αριθμικός κωδικός; κλειδί |
| |||
επιθεώρηση/εξέταση/αυτοψία/έλεγχος/εποπτεία f; ανασκόπιση f | |||
εξετάσεις f | |||
επιθεώρηση f | |||
αναθεώρηση f | |||
εξέταση f |
examen : 438 phrases in 49 subjects |