Sensor | |
gen. | όργανο αντιλήψεως |
comp., MS | Μέθοδος αισθητήρα |
environ. | ανιχνευτής; αισθητήριο; αισθητήριο |
IT | αισθητήριος ανιχνευτής |
mech.eng. | συσκευή επεξεργασίας |
med. | αισθητήρας |
German thesaurus | |||
| |||
Radio Frequency Identification |
RFID : 1 phrase in 1 subject |
Microsoft | 1 |