Projekt | |
comp., MS | Έργο |
el. construct. | σχεδιασμός; μελέτη; μελέτη οδού |
environ. | σχέδιο; έργο; σχέδιο/έργο |
IT dat.proc. | πρόγραμμα |
Designer | |
comp., MS | σχεδιαστής |
| |||
Έργο n | |||
σχεδιασμός m; μελέτη f; μελέτη οδού | |||
σχέδιο n; έργο n; σχέδιο/έργο n | |||
πρόγραμμα n | |||
| |||
Έργα n |
Projekt : 130 phrases in 34 subjects |