cAMP | |
med. | κυκλική μονοφωσφορική αδενοσίνη; κυκλική AMP |
Terminal | |
chem. el. | θαλάσσιος τερματικός |
commun. | τοπική σύνδεση; τερματικό |
forestr. | ακροδέκτης |
IT | μονάδα απεικονίσεως |
IT el. | μονάδα τερματικού σταθμού επικοινωνούσα με τον χειριστή; τερματικός σταθμός |
IT tech. | τερματικός εξοπλισμός δεδομένων |
| |||
κυκλική μονοφωσφορική αδενοσίνη; κυκλική AMP | |||
German thesaurus | |||
| |||
cyclic adenosine monophosphate (Лорина) | |||
cyclisches Adenosinmonophosphat |
CAMP : 24 phrases in 4 subjects |
Agriculture | 1 |
Information technology | 1 |
Medical | 18 |
Statistics | 4 |