Synergie | |
gen. | σωρευτικό αποτέλεσμα |
med. | συνεργία; συνέργεια |
med. pharma. | συνεργική δράση |
Programm | |
comp., MS | πρόγραμμα υπολογιστή |
| |||
σωρευτικό αποτέλεσμα | |||
συνεργία f; συνέργεια m | |||
συνεργική δράση | |||
συνεργεία m |
Synergie" : 3 phrases in 3 subjects |
Electronics | 1 |
Medical | 1 |
Metallurgy | 1 |