secundair | |
el. | δευτερεύων; δευτερογενής |
stuw | |
agric. construct. | εγκατάσταση φραγμάτων |
construct. | αναβαθμός εκτροπής; εκχειλιστής; φράγμα εκτροπής; έργα υδροληψίας; ρυθμιστικό φράγμα; υπερχειλιστής |
transp. construct. | φράγμα |
stuwen | |
agric. | στοιβασία |
transp. | φόρτωση και τακτοποίηση φορτίου πάνω σε πλοίο |
EN | |
comp., MS | λογικό ΚΑΙ |
en | |
IT dat.proc. | εν |
enen | |
med. | αραιώνω; καθαρίζω |
enten | |
agric. | προσθήκη αζωτοβακτηρίων; μεταμόσχευση; μπόλια |
commun. met. | εμβολιασμός |
inlaatwerk | |
mech.eng. construct. | ρυθμιστής κεφαλής; κύριος ρυθμιστής κεφαλής; έργον στεγάσεως ρουφρακτών ρυθμιστού κεφαλής 2.ρυθμιστής κεφαλής |
| |||
δευτερεύων; δευτερογενής |
secundaire : 368 phrases in 38 subjects |