code | |
environ. | κώδικας; κωδικός |
multiplex | |
gen. | multiplex; πολλαπλών διαύλων |
agric. | ξυλεία σε φύλλα πολύστρωτα επικολλητά |
el. | πολυπλεκτικός |
industr. | κόντρα πλακέ; ξυλεία σε φύλλα πολύστρωτα αντικολλητά |
industr. construct. | πολυστρώματο φύλλο; πολύφυλλη αντεπικολλητή ξυλεία; πολύφυλλο κόντρα πλακέ |
| |||
κώδικας m; κωδικός m | |||
| |||
αριθμικός κωδικός; κλειδί |
code : 430 phrases in 27 subjects |