aspen | |
chem. | ασπόν; διθειοπυροφωσφορικό τετραπροπύλιο; τετραπροπυλικός διθειοπυροφωσφορικός εστέρας |
net | |
earth.sc. mech.eng. | ηλεκτρική τροφοδοσία; ηλεκτρική σύνδεση |
el. | δίκτυο |
fish.farm. | αλιευτικό δίχτυ |
industr. construct. | δίχτυ; δικτυωτό; φιλές |
life.sc. | πλέγμα; κάνναβος |
textile | τούλι |
| |||
ασπόν; διθειοπυροφωσφορικό τετραπροπύλιο; τετραπροπυλικός διθειοπυροφωσφορικός εστέρας |
ASP : 8 phrases in 2 subjects |
Mechanic engineering | 1 |
Microsoft | 7 |