interface | |
commun. IT el. | όριο διασυνδέσεως; διασύνδεση; διεπαφή; διεπικοινωνία |
earth.sc. mech.eng. | ενισχυτής με τοίχωμα συγκρατήσεως της δέσμης ρευστού; ενισχυτής συγκρατήσεως της δέσμης |
API : 21 phrases in 3 subjects |
Communications | 1 |
Information technology | 1 |
Microsoft | 19 |