zone | |
comp., MS | ζώνη; ζώνη |
life.sc. | ορίζων |
med. | ζώνη; περιοχή |
zoning | |
gen. | υποδιαίρεση μιας εγκαταστάσεως σε ζώνες |
agric. polit. | ταξινόμηση κατά ζώνες |
environ. | ζώνωση; ζώνωση/ διαίρεση σε ζώνες |
mech.eng. construct. | κατανομή κατά ζώνες |
of | |
gen. | από |
coverage | |
gen. | πληθυσμιακή κάλυψη |
agric. | ψεκασμός κάλυψης |
commun. | χώρος κάλυψης; κάλυψη εκπομπής |
el. | επιφάνεια κάλυψης δορυφόρου |
law | πεδίο εφαρμογής; όρια ισχύος |
math. | κάλυψη |
met. | βάρος απαιτούμενου υλικού ανά μονάδα επιφάνειας για τη δημιουργία στρώματος ορισμένου πάχους |
of | |
gen. | από |
| |||
ζώνη f; περιοχή f | |||
| |||
υποδιαίρεση μιας εγκαταστάσεως σε ζώνες; καθορισμός ζωνών ελεγχομένου θορύβου γύρω από αεροδρόμια ... αντιθορυβικών ζωνών ... | |||
ζώνωση; ζώνωση/υποδιαίρεση σε ζώνες | |||
κατανομή κατά ζώνες | |||
διαίρεση σε ζώνες | |||
| |||
υποδιαίρεση σε ζώνες | |||
| |||
ταξινόμηση περιοχών κατά ζώνες | |||
| |||
ζώνη (A region that contains Web Parts controls on a page, and provides layout management and a consistent UI for the contained controls. A zone in the Web Parts control set is a composite control that contains other controls and is rendered as an HTML table. All Web Parts zones inherit from System.Web.UI.WebControls.WebParts.WebZone) | |||
ορίζων | |||
English thesaurus | |||
| |||
time | |||
| |||
control step |
zone : 855 phrases in 46 subjects |