working party | |
gen. | ομάδα εργασίας; ομάδα; ομάδα εργασίας της Επιτροπής των Περιφερειών |
on | |
gen. | ανοιχτό; επάνω; πάνω; προς |
data processing | |
gen. | πληροφορική |
econ. | επεξεργασία δεδομένων |
environ. | επεξεργασία δεδομένων |
IT | επεξεργασία δεδομένων |
| |||
ομάδα εργασίας; ομάδα f; ομάδα εργασίας της Επιτροπής των Περιφερειών |
working party : 462 phrases in 33 subjects |