virtual | |
gen. | εικονική; εικονικό |
comp., MS | εικονικός |
empl. | εικονικός |
binary | |
astronaut. | σύστημα δυαδικού αστέρα |
comp., MS | δυαδικός |
interface | |
agric. | τμήμα φλοιού μεταξύ δύο εντομών |
commun. IT | διεπαφή |
commun. IT el. | διεπικοινωνία; όριο διασυνδέσεως |
comp., MS | περιβάλλον εργασίας; διασύνδεση |
earth.sc. | διαχωριστική επιφάνεια |
earth.sc. el. | ενδιάμεσο ηλεκτρικής σύνδεσης |
met. | διεπιφάνεια; επιφάνεια επαφής |
| |||
εικονική; εικονικό | |||
εικονικός (Of or pertaining to a device or service that appears to the user as something it actually is not or that does not physically exist) | |||
εικονικός | |||
ιδεατός |
virtual : 234 phrases in 27 subjects |