Video | |
comp., MS | Βίντεο |
video | |
commun. | συσκευή για δίσκους-βίντεο |
comp., MS | βίντεο |
environ. | βίντεο |
hobby commun. | βιντεοεγγραφή; εγγραφή βίντεο; μαγνητοσκόπημα; μαγνητοσκόπηση |
coding | |
med. | κωδίκευση; κωδικεύων; κωδικοποιός; κωδικοποίηση |
Unit | |
med. | μονάδα; τμήμα |
unit | |
comp., MS | μονάδα |
fin. | μερίδια που εκδίδονται από οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων |
mater.sc. | μονάδα πυρόσβεσης |
med. | μονάδα; οντότητα |
met. | προς κατεργασία κομμάτι |
stat. tech. | στοιχείο |
transp. | συσκευή |
| |||
συσκευή για δίσκους-βίντεο; οπτικό σήμα; φάσμα οπτικών συχνοτήτων; συσκευή για βιντεοκασσέτες | |||
βίντεο n (An audiovisual recording) | |||
βίντεο n | |||
βιντεοεγγραφή m; εγγραφή βίντεο; μαγνητοσκόπημα n; μαγνητοσκόπηση f | |||
βιντεο- n; εικονο- m; εικόνας f; μαγνητοσκοπικός m | |||
| |||
Βίντεο n (The video offering from Xbox. Xbox Video is an app that facilitates the viewing of video) | |||
English thesaurus | |||
| |||
v | |||
| |||
visual data entry on-line system | |||
visual data entry on-line | |||
| |||
VID |
video : 359 phrases in 20 subjects |