variate | |
stat. | μεταβλητής; στοχαστική μεταβλητή; τυχαίων μεταβλητών; μεταβλητών; τυχαία μεταβλητή |
difference | |
IT | διαφορά; συνολοδιαφορά |
method | |
environ. | μέθοδος |
med. | μέθοδος |
| |||
μεταβλητής f; στοχαστική μεταβλητή; τυχαίων μεταβλητών; μεταβλητών f; τυχαία μεταβλητή |
variate : 22 phrases in 2 subjects |
Mathematics | 7 |
Statistics | 15 |