variable delay | |
el. | μεταβλητή καθυστέρηση |
device | |
gen. | διάταξη; εξοπλισμός; διαγνωστικό προϊόν' μηχανισμός σήμανσης |
commun. R&D. nucl.phys. | διάταξη' συσκευή |
comp., MS | συσκευή; συσκευή |
| |||
μεταβλητή καθυστέρηση |
variable delay : 3 phrases in 1 subject |
Electronics | 3 |