utilities | |
chem. | βοηθητικές παροχές |
insur. | ομόλογα επιχειρήσεων κοινής ωφελείας |
law econ. | δημόσιες υπηρεσίες |
utility | |
gen. | χρησιμότητα |
IT tech. | πρόγραμμα γενικής-κοινής χρήσης |
| |||
βοηθητικές παροχές | |||
ομόλογα επιχειρήσεων κοινής ωφελείας | |||
δημόσιες υπηρεσίες | |||
| |||
χρησιμότητα f | |||
πρόγραμμα γενικής-κοινής χρήσης | |||
ωφέλιμη αξία; αεροπλάνο γενικής χρήσης | |||
English thesaurus | |||
| |||
utes (MichaelBurov) | |||
| |||
u | |||
utility program |
utilities : 92 phrases in 24 subjects |