user | |
gen. | χειριστής |
commun. | χρήστης; χρήστης του συστήματος σηματοδότησης κοινού καναλιού |
comp., MS | χρήστης |
users | |
commun. | χρήστης |
Header | |
gen. | Επικεφαλίδα |
header | |
gen. | επιγραφή |
agric. | μηχανή αποκοπής των κορυφών |
comp., MS | κεφαλίδα |
construct. | οριζόντιον τεχνικόν έργον παροχετεύσεως υπογείου ύδατος εντός δραίνου |
earth.sc. | συλλογέας |
earth.sc. construct. | έργον κεφαλής ελέγχου διαβρώσεως χαραδρώσεως |
earth.sc. mech.eng. | σωλήνας συλλογής |
el. | συλλέκτης |
IT | κεφαλίδα |
label | |
gen. | σήμα; κολλώ ετικέτα |
chem. | επισήμανση |
comp., MS | ετικέτα |
med. | ετικέτα; επιγραφή; μαρκάρω μαρκάρισα; σημαδεύω σημάδεψα |
transp. mater.sc. | τοποθετώ ετικέτα |
labeling | |
med. | σήμανση |
| |||
χειριστής m | |||
χρήστης m; χρήστης του συστήματος σηματοδότησης κοινού καναλιού | |||
χρήστης m (A person who uses a computer) | |||
| |||
χρήστης m | |||
χρήστες m | |||
English thesaurus | |||
| |||
The individual or organization that will operate the equipment | |||
| |||
U | |||
| |||
Unmanned Space Experiment Recovery System | |||
| |||
U | |||
| |||
under size; under steer; underselling | |||
life information service | |||
User segment |
user : 652 phrases in 31 subjects |