user | |
gen. | χειριστής |
commun. | χρήστης; χρήστης του συστήματος σηματοδότησης κοινού καναλιού |
comp., MS | χρήστης |
users | |
commun. | χρήστης |
Member | |
polit. | βουλευτής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου |
member | |
comp., MS | μέλος |
construct. | ράβδος; στοιχείο |
insur. | μέλος εταίρος; μέτοχος; εταίρος; μέλος |
transp. | δομικό πλαίσιο; νομέας |
| |||
χειριστής m | |||
χρήστης m; χρήστης του συστήματος σηματοδότησης κοινού καναλιού | |||
χρήστης m (A person who uses a computer) | |||
| |||
χρήστης m | |||
χρήστες m | |||
English thesaurus | |||
| |||
The individual or organization that will operate the equipment | |||
| |||
U | |||
| |||
Unmanned Space Experiment Recovery System | |||
| |||
U | |||
| |||
under size; under steer; underselling | |||
life information service | |||
User segment |
user : 648 phrases in 31 subjects |