uniform encoding | |
el. | ομοιόμορφη κωδικοποίηση |
law | |
gen. | νόμος |
environ. | ατομικές διοικητικές πράξεις; νομική; νομικά; νομική; δίκαιο δίκαιο; νομική /νομικά |
obs. construct. | ευρωπαϊκός νόμος |
| |||
ομοιόμορφη κωδικοποίηση |
uniform encoding : 2 phrases in 2 subjects |
Communications | 1 |
Information technology | 1 |