unbundling | |
commun. energ.ind. el. | χωριστή χρέωση' διαχωρισμός |
commun. IT | χωριστή χρέωση; αποδεσμοποίηση |
of | |
gen. | από |
local loop | |
commun. | συνδρομητική γραμμή; συνδρομητικός βρόχος |
| |||
χωριστή χρέωση' διαχωρισμός | |||
χωριστή χρέωση; αποδεσμοποίηση f | |||
διαχωρισμός m |
unbundling : 11 phrases in 3 subjects |
Communications | 8 |
Energy industry | 1 |
Law | 2 |