tone | |
commun. | τονικό σήμα; τόνος πληροφορίας |
med. | μυϊκός τόνος; μυϊκή τονικότητα; ήχος; απόχρωση; τονικότητα; τόνος |
toning | |
commun. | βρώμισμα |
buffer memory | |
IT tech. | μνήμη εξισωτικού ταμιευτή; Ενδιάμεσος καταχωρητής; αντιμνήμη; ενδιάμεση μνήμη |
| |||
μυϊκός τόνος; μυϊκή τονικότητα; ήχος m; απόχρωση; τονικότητα | |||
| |||
βρώμισμα | |||
τονισμός | |||
| |||
τονικό σήμα; τόνος πληροφορίας | |||
τόνος | |||
English thesaurus | |||
| |||
The mood of a text or part of a text. see also emotion, ambience | |||
| |||
Tartan Owners Of New England |
tone : 341 phrases in 18 subjects |