token passing | |
commun. IT | διέλευση αδειοπλαισίου |
ring | |
comp., MS | κουδούνισμα |
el. | δακτυλιοειδής αγωγός |
fin. | κάγκελο; κύκλος συναλλαγών σε χρηματιστήριο |
forestr. | αποκόλληση αυξητικών δακτυλίων; ραγάδες τοξοειδείς ή περιφερειακές |
industr. construct. met. | επιλαίμιο |
transp. | ασφαλιστικό στεφάνι |
transp. mech.eng. | κορώνα; οδοντοτροχός |
access method | |
commun. IT | μέθοδος πρόσβασης |
comp., MS | μέθοδος πρόσβασης |
| |||
διέλευση αδειοπλαισίου |
token-passing : 10 phrases in 2 subjects |
Communications | 3 |
Information technology | 7 |