thickness | |
commun. | ράχη; πλάτη |
life.sc. coal. | πάχος στρωμάτων; πάχος συνολικού κοιτάσματος |
pattern | |
comp., MS | μοτίβο |
industr. construct. | στάμπα για κοπή; περιτύπωμα; σκάλισμα |
industr. construct. chem. | μάρκα οπίσθιας σφράγισης; σήμα οπίσθιας σφράγισης |
mater.sc. | πρότυπο φύλλο; πρωτότυπο |
| |||
ράχη; πλάτη | |||
πάχος στρωμάτων; πάχος συνολικού κοιτάσματος | |||
πάχος m | |||
English thesaurus | |||
| |||
h | |||
th; thk |
thickness : 253 phrases in 21 subjects |