technical abbr. | |
gen. | τεχνική; τεχνικό; τεχνικός |
specification abbr. | |
gen. | προσδιορισμός προδιαγραφών; καθορισμός |
econ. account. | ειδικότητα; ειδικότητα των πιστώσεων |
med. | προδιαγραφή |
specifications abbr. | |
gen. | συγγραφή υποχρεώσεων |
| |||
τεχνική; τεχνικό; τεχνικός | |||
English thesaurus | |||
| |||
tec; tech | |||
tech. |
technical : 802 phrases in 55 subjects |