switch position | |
earth.sc. el. | θέση διακόπτη; θέση τρόπου διατροπέα |
mech.eng. | θέση ζεύξης |
indicator | |
gen. | δείκτης; όργανο ένδειξης |
el. | φλας; φωτεινός δείκτης πορείας |
environ. | δείκτης |
mech.eng. | ενδεικτικό |
met. | εντοπιστής πυρήνα |
transp. el. | δείκτης οπτικός; οπτικό σήμα |
| |||
θέση διακόπτη; θέση τρόπου διατροπέα | |||
θέση ζεύξης | |||
θέση κλειδιού |
switch position : 12 phrases in 4 subjects |
Electronics | 4 |
Information technology | 1 |
Mechanic engineering | 4 |
Transport | 3 |