subscriber loop | |
commun. | γραμμή κέντρου πόλεως; γραμμή συνδρομητή; συνδρομητική γραμμή; συνδρομιτική τηλεφωνική γραμμή; συνδρομιτικός βρόχος |
plant | |
agric. | φυτεύω |
environ. | εγκατάσταση; φυτό |
IT | εμφυτεύω |
mater.sc. | εγκατάσταση σιρού |
mech.eng. | εξοπλισμός |
med. | φυτό |
stat. el. | ηλεκτρικός εξοπλισμός |
planting | |
environ. | φύτευση |
subscriber loop : 10 phrases in 2 subjects |
Communications | 9 |
Information technology | 1 |