structured abbr. | |
med. | δομημένος |
structures abbr. | |
account. | κατασκευές |
transp. construct. | μεταλλικές κατασκευές |
code abbr. | |
gen. | κρυπτογράφημα; κρυπτογραφώ |
commun. | κωδικός δρομολόγησης; χαρακτηριστικός αριθμός |
IT dat.proc. | κώδικας |
IT tech. | προγραμματίζω; κωδικοποιημένη παράσταση |
med. | κώδικας; κωδικεύω κωδίκευσα; κωδικοποιώ |
| |||
μεταλλικές κατασκευές υπόστεγα, γέφυρες και βασικά μέρη γεφυρών, υδροφρακτικές πόρτες | |||
| |||
δόμηση | |||
| |||
κατασκευές φράγματα δρόμοι κτλ | |||
| |||
δομημένος |
structured : 147 phrases in 27 subjects |