starter | |
agric. | ποδάρι; αρχική μερίδα; καλλιέργεια ζύμης; ζύμη; προζύμι; ποδάρι; μπόλιασμα μούστου με ζυμομύκητες σε διάλυμα; ζύμη |
el. | εκκινητήρας οχήματος; στάρτερ |
nat.sc. agric. | STARTER:καλλιέργεια εκκίνησης |
selector switch | |
el. | επιλογέας; διακόπτης επιλογής; διακόπτης αναστροφής |
IT | μεταγωγέας επιλογέα |
| |||
ποδάρι; αρχική μερίδα; καλλιέργεια ζύμης; ζύμη; προζύμι; ποδάρι; μπόλιασμα μούστου με ζυμομύκητες σε διάλυμα; ζύμη m; μπόλιασμα μούστου με ζυμομύκητες | |||
εκκινητήρας οχήματος; στάρτερ m; αυτόματος θερμοηλεκτρικός διακόπτης; εκκινητήρας f | |||
STARTER:καλλιέργεια εκκίνησης | |||
εκκινητής; μίζα f | |||
English thesaurus | |||
| |||
start |
starter : 96 phrases in 14 subjects |
Agriculture | 12 |
Astronautics | 1 |
Earth sciences | 5 |
Electronics | 7 |
Environment | 1 |
Finances | 1 |
General | 5 |
Industry | 1 |
Mechanic engineering | 39 |
Medical | 3 |
Metallurgy | 9 |
Microsoft | 2 |
Natural sciences | 4 |
Transport | 6 |