specific | |
gen. | συγκεκριμένος; συγκεκριμένη; συγκεκριμένο |
NIT | |
ed. | τεχνική της πληροφορικής; ΝΤΠ |
nit | |
med. | κόνιδα; αυγό ψείρας |
data exchange | |
environ. | ανταλλαγή δεδομένων |
Process | |
comp., MS | Διαδικασία |
process | |
gen. | διεξαγωγή |
comp., MS | διεργασία |
industr. | διεργασία |
law | κλήση ενώπιον του Δικαστηρίου |
mech.eng. | μετασκευάζω; κατεργάζομαι |
| |||
συγκεκριμένος; συγκεκριμένη; συγκεκριμένο n | |||
ειδικός m | |||
English thesaurus | |||
| |||
volume |
specific : 706 phrases in 55 subjects |