spatial mobility | |
environ. | χωροταξική κινητικότητα; χωροταξική κινητικότητα |
of | |
gen. | από |
worker | |
agric. | εργάτης; εργάτρια μέλισσα |
econ. | εργαζόμενος |
lab.law. | εργαζόμενος; μισθωτός εργαζόμενος |
| |||
χωροταξική κινητικότητα | |||
χωρική κινητικότητα; γεωγραφική κινητικότητα; γεωγραφική μετακίνηση | |||
| |||
χωροταξική κινητικότητα |
spatial mobility : 2 phrases in 1 subject |
Trade unions | 2 |