spatial | |
gen. | του χώρου |
comp., MS | χωρικός |
expansion | |
commun. | επέκταση αντίθεσης |
econ. | ανάπτυξη; μεγέθυνση |
mech.eng. | διαστολή; εκτόνωση; εκτόνωση ατμού |
med. | εξάπλωση; επέκταση; διάδοση |
Coefficient | |
gen. | Συντελεστής |
coefficient | |
gen. | συντελεστής μοριακής απορρόφησης |
earth.sc. | συντελεστής εκκεντρότητας |
| |||
του χώρου | |||
χωρικός (Pertaining to the relative position of things in an area) | |||
χωρικός; διαστημικός |
spatial : 110 phrases in 25 subjects |