settlement currency | |
fin. | νόμισμα διακανονισμού; νόμισμα εξόφλησης |
code | |
gen. | κρυπτογράφημα; κρυπτογραφώ |
commun. | κωδικός δρομολόγησης; χαρακτηριστικός αριθμός |
IT dat.proc. | κώδικας |
IT tech. | προγραμματίζω; κωδικοποιημένη παράσταση |
med. | κώδικας; κωδικεύω κωδίκευσα; κωδικοποιώ |
| |||
νόμισμα διακανονισμού; νόμισμα εξόφλησης |
settlement currency : 6 phrases in 1 subject |
Finances | 6 |