sequence | |
comp., MS | ακολουθία |
IT tech. | τάξη; σχηματίζω ακολουθία; ταξινομημένη ακολουθία |
life.sc. | αλληλουχία νουκλεοτιδίων |
med. | αλληλουχία; ακολουθία; σειρά; προσδιορίζω αλληλουχία προσδιόρισα |
sequencing | |
chem. | αλυσιδωτή διαδικασία |
of | |
gen. | από |
Operation | |
el. | λειτουργία |
operation | |
comp., MS | λειτουργία |
econ. | απασχόληση |
el. | διαδικασία χειρισμού; χειρισμός |
lab.law. | επιχείρηση |
lab.law. mater.sc. | λειτουργία |
mech.eng. | χειρισμός μηχανής |
polit. loc.name. | πράξη |
transp. avia. | Χειρισμός |
| |||
ακολουθία f (An instance of a queryable type) | |||
τάξη; ταξινομημένη ακολουθία | |||
αλληλουχία νουκλεοτιδίων | |||
αλληλουχία f; ακολουθία f; σειρά m; προσδιορίζω αλληλουχία προσδιόρισα | |||
| |||
σχηματίζω ακολουθία | |||
| |||
αλυσιδωτή διαδικασία; διαδικασία εν σειρά | |||
ακολουθιακοποίηση | |||
σειρά | |||
προσδιορισμός αλληλουχίας | |||
ιεράρχηση | |||
ακολουθία; ανάλυση με διαδοχή; προοδευτική δειγματοληψία | |||
English thesaurus | |||
| |||
sq |
sequence : 497 phrases in 27 subjects |