| |||
ακολουθία f (An instance of a queryable type) | |||
τάξη; ταξινομημένη ακολουθία | |||
αλληλουχία νουκλεοτιδίων | |||
αλληλουχία f; ακολουθία f; σειρά m; προσδιορίζω αλληλουχία προσδιόρισα | |||
| |||
σχηματίζω ακολουθία | |||
| |||
αλυσιδωτή διαδικασία; διαδικασία εν σειρά | |||
ακολουθιακοποίηση | |||
σειρά | |||
προσδιορισμός αλληλουχίας | |||
ιεράρχηση | |||
ακολουθία; ανάλυση με διαδοχή; προοδευτική δειγματοληψία | |||
English thesaurus | |||
| |||
sq |
sequence : 497 phrases in 27 subjects |