selective | |
econ. nat.sc. agric. | εκλεκτικός; επιλεκτικός |
placement | |
gen. | τοποθέτηση |
ed. lab.law. | πρακτική |
el. | τοποθέτηση διατάξεων |
lab.law. | διαμεσολάβηση για την εξεύρεση εργασίας |
| |||
εκλεκτικός; επιλεκτικός | |||
πίεση επιλογής |
selective : 251 phrases in 33 subjects |