sediment | |
chem. | κατακάθισμα |
earth.sc. | προσχωματικό υλικό; προσχωματικόν ίζημα; προσχωματικόν υλικόν; απόθεσις; ιζηματαπόθεσις; ιζηματογένεσις |
environ. | ίζημα/προσχωματικό υλικό; προσχωματικό υλικό |
-function | |
IT | λειτουργία |
function | |
gen. | λειτουργώ |
comp., MS | λειτουργία; συνάρτηση |
IT | συνάρτηση; συναρτησιακή διαδικασία |
med. | λειτουργία; λειτουργώ λειτούργησα; έργο |
| |||
κατακάθισμα f | |||
προσχωματικό υλικό; προσχωματικόν ίζημα; προσχωματικόν υλικόν; απόθεσις; ιζηματαπόθεσις m; ιζηματογένεσις m | |||
ίζημα/προσχωματικό υλικό | |||
ίζημα; κατακρήμνισμα f; κατακάθι; καθιζάνω | |||
| |||
προσχωματικό υλικό | |||
English thesaurus | |||
| |||
sed; sedi |
sediment : 61 phrases in 12 subjects |
Agriculture | 3 |
Astronautics | 5 |
Construction | 2 |
Earth sciences | 9 |
Environment | 7 |
General | 3 |
Health care | 1 |
Life sciences | 16 |
Mechanic engineering | 5 |
Medical | 4 |
Nuclear physics | 1 |
Transport | 5 |