sample | |
gen. | δειγματολογώ |
comp., MS | δείγμα |
med. | δείγμα; παρασκεύασμα; δειγματοληπτώ δειγματολήπτησα; παίρνω δείγμα πήρα; παρμένος |
stat. agric. | δειγματοληπτώ,λαμβάνω δείγματα |
sampling | |
econ. account. | ελεγκτική δειγματοληψία |
med. | δειγματοληψία |
indicator | |
gen. | δείκτης; όργανο ένδειξης |
el. | φλας; φωτεινός δείκτης πορείας |
environ. | δείκτης |
mech.eng. | ενδεικτικό |
met. | εντοπιστής πυρήνα |
transp. el. | δείκτης οπτικός; οπτικό σήμα |
line | |
gen. | στοιχίζομαι; χαράσσω γραμμή |
comp., MS | γραμμή "Προς" |
earth.sc. mech.eng. | αγωγός |
el. | γραμμή μετάδοσης |
mech.eng. | αεραγωγός; γραμμή αέρα |
| |||
δειγματολογώ | |||
δείγμα (An indivisible element of an image that is stored in computer memory. The terms pixel and sample are often used interchangeably) | |||
δείγμα; παρασκεύασμα f; δειγματοληπτώ δειγματολήπτησα; παίρνω δείγμα πήρα; παρμένος m | |||
| |||
ελεγκτική δειγματοληψία | |||
δειγματοληψία | |||
δειγματοληπτική μέθοδος; δειγματοληψία' επιλογή δείγματος | |||
| |||
δειγματοληψία | |||
| |||
δειγματοληπτώ,λαμβάνω δείγματα | |||
English thesaurus | |||
| |||
s; sp. (Vosoni) | |||
| |||
simulation and modeling of photolithography and etching; simulation and modeling of profiles for lithography and etching; single-assignment mathematical programming language | |||
| |||
U8 (Vosoni); .smp (file name extension) |
sample : 761 phrases in 35 subjects |