runway abbr. | |
industr. construct. met. | γραμμή τραβήγματος |
transp. | γραμμή κύλισης; σιδηροτροχιές κύλισης; τροχιά κύλισης; διάδρομος κύλισης; φέρουσα ταινία |
controller abbr. | |
agric. | χειριστήριο |
commun. transp. | συντονιστής φωτεινής σηματοδοτήσεως |
comp., MS | ελεγκτής |
earth.sc. mech.eng. | βοηθητική διάταξη ρυθμίσεως |
mech.eng. | ρυθμιστής; ρυθμιστική διάταξη; συσκευή ελέγχου; όργανο ελέγχου |
runway : 107 phrases in 9 subjects |
Astronautics | 1 |
Communications | 10 |
Construction | 1 |
General | 1 |
Information technology | 2 |
Law | 2 |
Mechanic engineering | 5 |
Natural sciences | 1 |
Transport | 84 |