reverse abbr. | |
gen. | αρνητικό |
econ. market. | τιμή εκκίνησης |
fin. | οπίσθια όψη |
mech.eng. | μηχανισμός αναστροφής; αντιστροφή της φοράς κίνησης |
logic event abbr. | |
IT dat.proc. | λογικό γεγονός |
| |||
αρνητικό m | |||
ανάστροφα f; πρός τά μπρός | |||
| |||
αντίθετη όψη | |||
| |||
εθνική όψη | |||
αντιστρέφω | |||
τιμή εκκίνησης | |||
οπίσθια όψη | |||
μηχανισμός αναστροφής; αντιστροφή της φοράς κίνησης | |||
αναστροφέας ώσης; προς τα πίσω; ταχύτητα κίνησης όπισθεν; ταχύτητα οπισθοπορείας | |||
English thesaurus | |||
| |||
rev | |||
rvs | |||
An action of a higher court in setting aside or revoking a lower court decision | |||
reverse repo ('More) | |||
| |||
range selection |
reverse : 386 phrases in 31 subjects |