restructuring | |
construct. | ανάπλαση; ανασυγκρότηση |
AND | |
comp., MS | λογικό ΚΑΙ |
conversion | |
fin. | ανταλλαγή |
forestr. | επεξεργασία; μορφοποίηση; εναλλαγή,μετασχηματισμός,μεταστροφή; μετατροπή,μετασχηματισμός; κατεργασία |
industr. construct. | πρίσις |
law agric. | οικειοποίηση |
law lab.law. | μετατροπή επαγγελματικής ειδίκευσης |
med. | μετατροπή |
| |||
ανάπλαση f | |||
| |||
ανασυγκρότηση | |||
αναδιάρθρωση |
restructuring : 70 phrases in 19 subjects |