reprocessing | |
environ. | επανεπεξεργασία |
health. med. | επανεπεξεργασία |
input | |
agric. industr. | εισερχόμενο; λίπασμα |
econ. commer. | επιβαρύνσεις παραγωγής; έξοδα παραγωγής |
el. | είσοδος |
fin. | συντελεστής παραγωγής |
IT tech. | Είσοδος |
mech.eng. el. | απορροφούμενη ισχύς |
Analysis | |
gen. | Ανάλυση |
analysis | |
environ. | ανάλυση |
life.sc. | ανάλυση καιρού |
market. | λεπτομερής λογιστική ανάλυση |
med. | ψυχανάλυση; ανάλυση; ψυχολογική |
pharma. environ. | δοκιμασία/ανάλυση |
| |||
επανεπεξεργασία πυρηνικού καυσίμου; επεξεργασία ακτινοβοληθέντος πυρηνικού καυσίμου | |||
| |||
επανεπεξεργασία | |||
κατεργασία καυσίμου; επανεπεξεργασία του καυσίμου | |||
| |||
επανεπεξεργασία |
reprocessing : 45 phrases in 15 subjects |