reprocessing | |
environ. | επανεπεξεργασία |
health. med. | επανεπεξεργασία |
Capacity | |
comp., MS | Δυνατότητα |
capacity | |
commun. transp. | κυκλοφοριακή ικανότητα |
comp., MS | χωρητικότητα |
forestr. | απόδοση |
IT tech. | χωρητικότητα μνήμης |
mech.eng. | όγκος εμβολισμού κυλίνδρου; κυβισμός κινητήρα; κυλινδρισμός; χωρητικότητα κυλίνδρου |
med. | χωρητικότητα |
| |||
επανεπεξεργασία πυρηνικού καυσίμου; επεξεργασία ακτινοβοληθέντος πυρηνικού καυσίμου | |||
| |||
επανεπεξεργασία | |||
κατεργασία καυσίμου; επανεπεξεργασία του καυσίμου | |||
| |||
επανεπεξεργασία |
reprocessing : 45 phrases in 15 subjects |