regulatory | |
gen. | ρυθμιστική; ρυθμιστικό; ρυθμιστικός |
framework | |
agric. | διάταξη νομέων σκάφους |
industr. construct. | κλώστρια για μετάξι |
mater.sc. construct. | άτρακτος; πλέγμα; σκελετός |
mech.eng. | πλαίσιο |
| |||
ρυθμιστική; ρυθμιστικό; ρυθμιστικός | |||
English thesaurus | |||
| |||
rgu |
regulatory : 164 phrases in 26 subjects |