distribution abbr. | |
agric. | διασκορπισμός |
commun. | διάλυσις; τοποθέτηση στην κάσσα στοιχείων |
construct. | χωρική κατανομή |
fin. account. | διανομή μερισμάτων |
IT | εφαρμογή διανομής; συσσωρευτική κατανομή πιθανότητας |
med. | κατανομή; διανομή |
stat. market. | διάθεση |
English thesaurus | |||
| |||
rect. |
rectangular : 70 phrases in 20 subjects |