re-entrant | |
h.rghts.act. empl. | άτομο που επιστρέφει στην αγορά εργασίας |
code | |
gen. | κρυπτογράφημα; κρυπτογραφώ |
commun. | κωδικός δρομολόγησης; χαρακτηριστικός αριθμός |
IT dat.proc. | κώδικας |
IT tech. | προγραμματίζω; κωδικοποιημένη παράσταση |
med. | κώδικας; κωδικεύω κωδίκευσα; κωδικοποιώ |
| |||
άτομο που επιστρέφει στην αγορά εργασίας |
re-entrant : 8 phrases in 2 subjects |
Communications | 7 |
Construction | 1 |