push-pull abbr. | |
el. | συμμετρική ενίσχυση |
transistor abbr. | |
el. | κρυσταλλολυχνία,τρανζίστορ; κρυσταλλοτρίοδος; τρίοδος ημιαγωγών; τρανζίστορ |
pair abbr. | |
comp., MS | δημιουργώ ζεύξη |
med. | ζεύγος; ζευγάρι; ζευγαρώνω ζευγάρωσα; συνουσιάζομαι συνουσιάστηκα |
pairing abbr. | |
comp., MS | ζεύξη |
med. | σύζευξις; ταίριασμα |
| |||
συμμετρική ενίσχυση | |||
κινητήρας ελκτικο-ωστικής διάταξης; με ένα ωστικό και ένα ελκτικό κινητήρα; με ελκτικο-ωστική διάταξη κινητήρων |
push-pull : 50 phrases in 13 subjects |