push-pull | |
el. | συμμετρική ενίσχυση |
coupling | |
health. | φάση σύζευξης |
industr. construct. | συνδυασμός |
mech.eng. | χιτώνιο συνδέσμου |
med. | σύζευξη; σύνδεση |
transp. industr. | συμπλέκτης |
transp. mater.sc. | αρχική ροπή; αρχική σύσφιγξη |
| |||
συμμετρική ενίσχυση | |||
κινητήρας ελκτικο-ωστικής διάταξης; με ένα ωστικό και ένα ελκτικό κινητήρα; με ελκτικο-ωστική διάταξη κινητήρων |
push-pull : 50 phrases in 13 subjects |